Η ποσοστιαία αύξηση στο 11μηνο είναι 2,4% και η χρονιά, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, θα κλείσει με θετικό πρόσημο, ενώ η αξία τους θα σπάσει το «φράγμα» των 5 δισ. ευρώ. Τα φρούτα και το ελαιόλαδο χρίζονται για μία ακόμη χρονιά «πρωταθλητές» των εξαγωγών στα αγροτικά προϊόντα, που μάλιστα ευθύνονται και για τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος με τη Γερμανία, καταγράφοντας σημαντική αύξηση των εξαγωγών κατά 13%.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών η αξία των εξαγωγών στα αγροτικά προϊόντα στη διάρκεια του ενδεκαμήνου του 2013 ανήλθε στα 4,78 δισ. ευρώ, έναντι 4,67 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα το 2012, παρουσιάζοντας μια αύξηση της τάξης του 2,4%.
Παρά το γεγονός ότι ο Δεκέμβρης του 2013 ήταν ένας από τους χειρότερους μήνες για τις ελληνικές εξαγωγές, η συνολική εικόνα στις εξαγωγικές επιδόσεις των αγροτικών προϊόντων δεν επηρεάστηκε και η χρονιά θα κλείσει με θετικό πρόσημο.
Στην κορυφή των εξαγώγιμων προϊόντων βρίσκονται τα φρούτα (νωπά ή αποξηραμένα), με την αξία τους να υπερβαίνει τα 700 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 7,98% σε σύγκριση με το 2012.
Στη δεύτερη θέση βρίσκονται τα έλαια, στα οποία συμπεριλαμβάνεται το ελαιόλαδο, σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση στη διάρκεια του ενδεκαμήνου της τάξης του 81,4% και την αξία τους στα 517,1 εκατ. ευρώ. Την ίδια ώρα, τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα κερδίζουν ακόμη περισσότερο έδαφος στη Γερμανία, καταγράφοντας σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΠΕ αύξηση της τάξης του 13%.
Με τον κλάδο των αγροτικών προϊόντων να αφορά περίπου το 1/3 των εξαγωγών μας προς τη Γερμανία, η αξία τους στη διάρκεια των πρώτων έντεκα μηνών του 2013 ανήλθε σε 642,3 εκατ. ευρώ, έναντι 568,5 εκατ. ευρώ το 2012. Τα ελληνικά προϊόντα, αν αποκτήσουν ταυτότητα, θα μπορέσουν να κατακτήσουν τις διεθνείς αγορές, προς το παρόν όμως, χάνουν σε ανταγωνιστικότητα καθώς εξάγονται σε ακατέργαστη και πρωτογενή μορφή.
Αυτό διαπιστώνει μελέτη της Τράπεζας Πειραιώς, σημειώνοντας πως: «Η πρόκληση για το μέλλον δεν είναι η αύξηση των μεριδίων αγοράς μέσω της περαιτέρω συμπίεσης του εργατικού κόστους. Αντίθετα, πρέπει να δοθεί έμφαση στην περαιτέρω εγχώρια επεξεργασία των προϊόντων, στα οποία η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, με ταυτόχρονη ανάδειξη ελληνικών επώνυμων προϊόντων, τα οποία θα μπορέσουν να ενσωματώσουν υψηλότερα περιθώρια κέρδους, απαλλάσσοντας τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις από τον συνεχή ανταγωνισμό από χώρες χαμηλού εργατικού και παραγωγικού κόστους».
Αμεση συνέπεια του χαμηλού βαθμού εξειδίκευσης των ελληνικών εξαγωγών είναι ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις την 54η θέση στην παγκόσμια κατάταξη με βάση τον δείκτη εξειδίκευσης εξαγόμενων εμπορευμάτων.
Κώστας Νάνος – Εφη Καραγεώργου